Μπορεί να θυμάστε από τα χρόνια της εφηβείας το πρόσωπό σας να είναι γεμάτο από τα ενοχλητικά σπυράκια. Χρόνια μετά, μπορεί να μισείτε τις παλιές σας φωτό τότε που το δέρμα σας είχε ακμή. Σήμερα όμως βλέπετε το πρόσωπό σας και χαμογελάτε.
Ίσως να είστε από τους τυχερούς που ενώ στην εφηβεία αντιμετώπιζαν το πρόβλημα της ακμής στην ενήλικη ζωή τους δεν έχουν ούτε μια ρυτίδα. Και αυτό είναι πολύ πιθανό να συμβεί σε αρκετούς. Σύμφωνα με νεότερες έρευνες οι άνθρωποι που έχουν εξάρσεις ακμής στην εφηβεία αργούν να γεράσουν.Βάση των όσων υποστηρίζει ο ερευνητής Dr. Simone Ribero από το Βασιλικό Κολλέγιο του Λονδίνου, οι δερματολόγοι εδώ και χρόνια υποθέτουν ότι τα υψηλά επίπεδα ακμής σημαίνουν πιο αργή διαδικασία γήρανσης.
Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Journal of Investigative Dermatology συνδέει τα μακρύτερα τελομερή που έχουν οι άνθρωποι με υψηλοτέρα επίπεδα ακμής με πιο αργή διαδικασία γήρανσης.Οι ερευνητές μέτρησαν το μήκος των τελομερών στα λευκά αιμοσφαίρια 1.205 διδύμων. Μετά από στατιστική ανάλυση, παρατήρησαν ότι λευκά αιμοσφαίρια με μακρύτερο μήκος τελομερών ήταν πιο προστατευμένα έναντι της εκφύλισης των κυττάρων που τελικά οδηγεί στην εμφάνιση ρυτίδων και άλλων σημαδιών γήρατος.
Ο Dr. Ribero σημειώνει ότι τα ευρήματα αυτά υποδεικνύουν πως η αιτία θα μπορούσε να συνδέεται με το μήκος των τελομερών, που διαφέρει σε όσους πάσχουν από ακμή και σημαίνει ότι τα κύτταρά τους ενδεχομένως προστατεύονται από τη γήρανση.Πρόσθεσε μάλιστα ότι εξετάζοντας βιοψίες δέρματος άρχισε να κατανοεί τις γονιδιακές εκφράσεις που συνδέονται με αυτό.Ο ερευνητής αναφέρει ότι χρειάζεται νέα έρευνα για να διαπιστωθεί αν ορισμένες γονιδιακές οδοί παίζουν μεγαλύτερο ρόλο.
Σας υπενθυμίζουμε πάντως ότι στις σύγχρονες οδηγίες αντιμετώπισης της ακμής, ειδική αναφορά γίνεται και στα στοιχεία της διατροφής τα οποία μπορεί να συνδέονται με την ακμή, όπως τα γαλακτοκομικά (κυρίως το άπαχο γάλα) και τη διατροφή με τρόφιμα υψηλού γλυκαιμικού δείκτη, όπως η ζάχαρη και οι πολλοί υδατάνθρακες (π.χ. ψωμί, ζυμαρικά, πατάτες, γλυκά κ.λπ.), με την επισήμανση πάντως ότι δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία ώστε να γίνουν διατροφικές συστάσεις προς τους ασθενείς.